ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΧΡΥΣΟΚΕΝΤΗΤΑ ΑΜΦΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΤΥΠΟΥ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ(16ος – 19ος αι.)
Η μελέτη της ορθόδοξης εκκλησιαστικής χρυσοκεντητικής αποτελεί ένα σχετικά καινούργιο κλάδο της βυζαντινής αρχαιολογίας και τέχνης, ίσως από τους λιγότερο ερευνημένους, καθώς ο μεγαλύτερος αριθμός των κειμηλίων αυτών είναι δυστυχώς ακόμη άγνωστος, εξαιτίας των μεγάλων δυσκολιών του εντοπισμού τους, της απουσίας συστηματικών καταγραφών και των ποικίλων προβλημάτων προσέγγισής τους.
Οι κατά καιρούς αποσπασματικές μελέτες έφεραν στο φως αντικείμενα από τα τέλη του 12ου και τις αρχές του 13ου αιώνα ως τις αρχές του 20ου αιώνα, οπόταν η τέχνη αυτή έπεσε σε μαρασμό. Τα έργα, τα οποία έχουν διασωθεί από τη βυζαντινή εποχή, είναι ελάχιστα και διέπονται από ένα κοινό πνεύμα· τα αντίστοιχα της μεταβυζαντινής και νεότερης περιόδου έχουν διατηρηθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό και διακρίνονται για την πολυμορφία και την ποικιλία τους, τόσο την εικονογραφική όσο και την τεχνοτροπική, που συμβαδίζουν με την εποχή και τον τόπο παραγωγής τους.
Με γνώμονα τη θετική αυτή διαπίστωση το βιβλίο αυτό ασχολειται με τα μεταβυζαντινά χρυσοκεντήματα του ελλαδικού χώρου, ιδιαίτερα του 16ου-17ου αιώνα, ως διακείμενα πλησιέστερα στη βυζαντινή παράδοση. Η αναζήτησή τους ξεκίνησε αρχικά από την Ήπειρο και την κοντινή Θεσσαλία και συνεχίστηκε αργότερα στη Μακεδονία, στη Στερεά Ελλάδα, στην Πελοπόννησο, στα Ιόνια Νησιά, στην Κρήτη και στη Λέσβο.